Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

άνθρωπος είμαι; σαλίγκαρος να γενώ!

Πόσο ζηλεύω καμιά φορά τα ζώα...

Πόσο ήθελα να είχα ένα κάτι μαγικό, όποτε θελήσω να αλλάζω, ζώο να γίνομαι, ό,τι λαχταρώ κάθε φορά!

Πιο συχνα, τις πιο πολλές φορές, σχεδόν πάντα, πόσο ζηλεύω τους χιμπαντζήδες... Ναι μια χιμπαντζίνα ήθελα να 'μαι... Να κάθομαι όλη μέρα κάτω απ'τον ήλιο - κάτω απ' τα δέντρα. Με την ομάδα μου μαζί. Οι χιμπαντζήδες είναι που βιώνουν πιότερο απ' όλους το μαζί. Να καθόμαστε κοντά κοντά ο ένας με τον άλλο και να ξεψειριζόμαστε. Κι αυτό θαρρώ είναι η ευτυχία. Να κάθεσαι κοντά κοντά με όλους και να ξεψειρίζεστε..

Άλλες φορές... Να όπως τώρα. Τώρα σαλιγκάρι είναι που θα' θελα να γενώ. Ένα σαλιγκαράκι τόσο δα, θαλασσινό για στεριανό δε με πειράζει, διόλου δε με μέλλει το πού. Μα με καβούκι μεγάλο και γερό. Να χωνόμουνα εκεί. Στην πιο βαθιά γωνιά του καβουκιού μου. Την πιο σκοτεινή... Με μόνο φως μια τόση δα φλογίτσα απ'τη μικρούλα μου καρδιά. Και το καβούκι τ'άλλο αδειανό να μην το έχω. Σάλιο πηχτό σα βαμβάκι να 'χω απλώσει. να'ναι κλεισμένα στεγανά, μαλακά, ζεστά. Τον εαυτό μου εμένα εγώ να πάρω μια μεγάλη αγκαλιά...

Κοίτα πώς είναι καμιά φορά τα πράμματα... Άλλοτε να λες πως δε χωράς στις σάρκες σου, νύχια και ράμφος αιχμηρό να θες να βγάλεις να τις ξεσκίσεις, να ξεφύγεις τη φυλακή απ' τα περιορισμένα δέρματά σου να ανοίξεις φτερά να πετάξεις ψηλά, -αητός σωστός- τον κόσμο όλο να γεμίσεις και πάλι δε θα φτάνει... Κι άλλοτε να είσαι μικρός τόσο μικρός, και τόσο μαλακός και εύπλαστος ένα μικρό μικρό σαλιγκαράκι... Το κορμί καβούκι να γίνεται και τα τοιχώματα άφθαρτα, γερά, κι εσύ να ψάχνεις την πιο σκοτεινή, τη πιο βαθιά, την πιο στεγανή γωνιά για να κρυφτείς.

Τι τραβάει κι αυτό το έρμο το κορμί, μια να το ξεσκίζεις και μια τσιμεντένιο να το κάνεις...

Βέβαια είναι και οι άλλες οι φορές, που σού 'ρχεται ίσα-ίσα και ταιριάζει και σα χαρούμενος γλάρος γλιστράς στον αέρα. Είναι τις φορές που τέτοια ζώα λαχταρώ να γίνω, γλάρος, σκύλος, ίσως και γάτα καμιά φορά να νιαουρίζω και να τρίβομαι και πού και πού να βγάζω νύχια, έτσι γιατί έτσι μου τό 'φερε ο άνεμος.
Μα πιο πολύ εκείνες τις φορές που ταιριαστή 'μαι στο κορμί μου λαχταρώ:
"έτσι σα δελφίνι πρωτόπειρο ν' ακολουθεί και να παίζει, με τ' άσπρο και με το κυανό η ψυχή μου".